Το άλλο πανεπιστημιακό άσυλο
Τριανταπέντε χρόνια συμπληρώθηκαν από την πτώση της δικτατορίας και οι νοσταλγοί της δεν παύουν να μηχανεύονται τρόπους για τη συρρίκνωση της δημοκρατίας. Αυτή τη φορά στόχος είναι η ελεύθερη διακίνηση ιδεών μέσα στα Πανεπιστήμια.
Το καλοκαίρι είναι κατά κανόνα μια περίοδος ύφεσης των φοιτητικών κινητοποιήσεων και, κατ’ επέκταση, της δημόσιας συζήτησης για το πανεπιστημιακό άσυλο. Χάρη στην πρόσφατη εκλογική «επιτυχία» της ακροδεξιάς, η φετινή περίοδος των διακοπών φαίνεται όμως πως θ’ αποτελέσει τελικά εξαίρεση.
Τούτη τη φορά, ωστόσο, η συζήτηση περί ασύλου δεν προκαλείται από τη μετατροπή των πανεπιστημιακών χώρων σε καταφύγιο (ή ορμητήριο) διαδηλωτών που συγκρούονται με την αστυνομία. Αντικείμενό της αποτελεί, αντίθετα, η προσπάθεια επανοριοθέτησης του σκληρού πυρήνα του ασύλου, που μέχρι σήμερα θεωρούνταν δεδομένος ακόμη κι από τους υποστηρικτές της ανενόχλητης εισόδου των ΜΑΤ στα ΑΕΙ: της προσφυγής στους πανεπιστημιακούς χώρους για την απόλυτη προστασία της ελευθερίας του λόγου κι ακύρωση κάθε απόπειρας ποινικοποίησης των αιρετικών απόψεων, αναλύσεων κι επεξεργασιών.
Αναφερόμαστε, φυσικά, στην εκστρατεία που βρίσκεται σε εξέλιξη τους τελευταίους μήνες για το κλείσιμο του γνωστού δικτυακού τόπου αντιπληροφόρησης Athens Indymedia, με πρώτο βήμα το αίτημα εκδίωξης του υπολογιστή που τον εξυπηρετεί (server) από το «άσυλο» του ΕΜΠ.
Το περασμένο Σάββατο περιγράψαμε συνοπτικά την κοινοβουλευτική πτυχή της καμπάνιας: τις διαδοχικές σχετικές ερωτήσεις του ΛΑΟΣ στη Βουλή και την ταχύτατη συμμόρφωση προς αυτές, τόσο του υφυπουργού Παιδείας Σπύρου Ταλιαδούρου όσο και του «ιδιωτικοποιημένου» ΟΤΕ. Με δεδομένη τη σοβαρότητα του ζητήματος και τα κρίσιμα πολιτικά διακυβεύματα, καλό είναι ωστόσο ν’ ασχοληθούμε κάπως αναλυτικότερα με την ουσία της υπόθεσης.
Από το Σιάτλ στο Πολυτεχνείο
Το Athens Indymedia αποτελεί τμήμα του ομώνυμου διεθνούς δικτύου αντιπληροφόρησης που πρωτοδημιουργήθηκε το Νοέμβριο του 1999 στο Σιάτλ, από ακτιβιστές του κινήματος ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, για τη μεταξύ τους ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών. Κάθε επιμέρους Indymedia λειτουργεί αυτόνομα, με αυτοτελή εσωτερική λειτουργία και δικό του πολιτικό προσανατολισμό (στο ευρύτερο συνήθως ρεύμα της ελευθεριακής αριστεράς).
Κοινό χαρακτηριστικό είναι η παράλληλη λειτουργία μιας συντακτικής ομάδας (που επιμελείται τη βασική δομή του σάιτ) και της ανεξέλεγκτης «συνεισφοράς» ειδήσεων, μεταφράσεων, φωτογραφιών, βίντεο, σχολίων κλπ από τους χρήστες, η ανωνυμία των οποίων είναι τεχνικά εξασφαλισμένη. Διακηρυγμένο στόχο αυτής της πολιτικής συνιστά η κατάργηση του διαχωρισμού μεταξύ «πομπού» και «δέκτη» της ενημέρωσης.
Οσο για την αντιπληροφόρηση, ως τέτοια χαρακτηρίζεται από το αθηναϊκό σάιτ η «διάδοση της πληροφορίας από την οπτική όλων εκείνων που αγωνίζονται, που η φωνή τους και οι διεκδικήσεις τους δεν πρόκειται ποτέ να ακουστούν από τα καθεστωτικά μέσα, μεταδίδοντας μια πραγματικότητα έτσι όπως την έχουν βιώσει μέσα από τους κοινωνικούς και πολιτικούς τους αγώνες».
To Athens Indymedia λειτούργησε για πρώτη φορά το Νοέμβριο του 2001, με πρωτοβουλία μιας εικοσαριάς ακτιβιστών της ριζοσπαστικής Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου που είχαν έρθει σε επαφή με την αντίστοιχη διεθνή πρακτική κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων της Πράγας και της Γένοβα. Οπως όλες οι συλλογικότητες του χώρου, γνώρισε κι αυτό εσωτερικές τριβές και διασπάσεις, με σημαντικότερη αυτήν που οδήγησε το 2007 στη δημιουργία του παράλληλου δικτυακού τόπου Indy.gr.
Η απόδοση του εγχειρήματος υπήρξε μάλλον άνιση, σε άμεση κατά κανόνα συνάρτηση προς το εκάστοτε επίπεδο ανάπτυξης των κοινωνικών κινημάτων. Η μεγαλύτερη επιτυχία του Indymedia αφορά την παροχή άμεσης κι άπλετης ενημέρωσης γι’ αυτά τα ίδια κινήματα (εργατικό, αντιαυταρχικό, αντιρατσιστικό) και ιδίως για τις πτυχές τους που τα επίσημα ΜΜΕ συνήθως αγνοούν, συσκοτίζουν ή παραποιούν.
Πολύτιμη υπήρξε επίσης η πληροφόρηση για τη σκοτεινή πλευρά της δράσης των διωκτικών υπηρεσιών, από την καθημερινή αστυνομική βία (στα Εξάρχεια ή αλλού) ώς το «αντιτρομοκρατικό» καλοκαίρι του 2002 και το συνεχιζόμενο ανθρωποκυνηγητό κατά των «λαθρομεταναστών». Οι ακριβείς συνθήκες του φόνου του Αλέξη Γρηγορόπουλου μεταδόθηκαν π.χ. από το Indymedia κι όχι από τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, που αρχικά αναπαρήγαγαν άκριτα την επίσημη αστυνομική εκδοχή περί «μαζικής επίθεσης αναρχικών» κατά των πιστολέρο αστυνομικών. Το ίδιο έγινε και με τις φωτογραφίες από τις συνθήκες κράτησης συλληφθέντων μεταναστών στην Ελασσόνα, αποκάλυψη που οδήγησε σε διαθεσιμότητα του διοικητή της τοπικής συνοριοφυλακής («Ε» 29.8.08).
Για τις απεργίες, τις διώξεις συνδικαλιστών και τις κινητοποιήσεις αλληλεγγύης, το Indymedia αποτελεί βασική πηγή πληροφοριών, όπως και το καθημερινό «ημερολόγιό» του για κάθε λογής εναλλακτικές πολιτικές, ενημερωτικές ή πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται σε όλη τη χώρα. Στο επίπεδο της «κεντρικής» πολιτικής, εσωτερικής και διεθνούς, δεν διαφέρει αντίθετα από τα υπόλοιπα μπλογκ, καθώς περιορίζεται μοιραία στην αναπαραγωγή (και το σχολιασμό) ειδήσεων από τα «κανονικά» ΜΜΕ. Στο ίδιο επίπεδο κινούνται και οι «ηλεκτρονικές συζητήσεις» του, με αναπαραγωγή όλων των χαρακτηριστικών του είδους, θετικών (αμεσότητα) ή αρνητικών (ανωνυμογραφία – πλαστοπροσωπία).
«Το ΚΕΠΙΚ της αναρχίας»
Μια πρώτη εκστρατεία κατά του Athens Indymedia σημειώθηκε από τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ το φθινόπωρο του 2002, στα πλαίσια της συντονισμένης «αντιτρομοκρατικής» καμπάνιας που συνόδευσε την εξάρθρωση της 17Ν. Η απόκλιση του σάιτ απ’ την υστερική τρομολαγνία των ημερών οδήγησε σε κραυγές για το κλείσιμό του, ιδίως μετά τη μαζική διαδήλωση της 1ης Οκτωβρίου.
Την ίδια ακριβώς περίοδο σημειώθηκε και η απόπειρα αστυνομικής «διείσδυσης» στις γραμμές του: υποκρινόμενος έναν άσχετο θαυμαστή που «ήθελε να προτείνει κάποιες ιδέες», ο επικεφαλής της δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος της ΕΛΑΣ Μάνος Σφακιανάκης επιχείρησε να έρθει σε επαφή με τα μέλη της συντακτικής ομάδας. Δυστυχώς, ο (όχι και τόσο έμπειρος, τότε) αστυνομικός ξέχασε να «σβήσει» τα «ίχνη» της πραγματικής ταυτότητάς του απ’ τα ψευδώνυμα e-mail που έστειλε, οπότε τον πήραν είδηση κι έφαγε το αναμενόμενο διαδικτυακό «ξεφώνημα». Συνέχεια →